«…δέδοικα δὲ μᾶλλον μὴ καὶ τοῖς παισὶν αὐτὸν ὑπολίπωμεν…».
(…πολύ φοβάμαι, ότι θα κληροδοτήσουμε τον πόλεμο στα παιδιά μας…).
-Αρχίδαμος, Σπαρτιάτης βασιλιάς, [Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 1.81.6]
Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. (431 π.Χ.- 404 π.Χ.)
Την άνοιξη του 431 π.Χ., με τη Θηβαϊκή επίθεση στις Πλαταιές, ξεσπά μεταξύ
Αθήνας και Σπάρτης, ο «σημαντικότερος από όλους τους έως τότε πολέμους»,
σύμφωνα με τον Θουκυδίδη. Σχεδόν όλος ο ελληνικός κόσμος, ηθελημένα ή ακούσια,
συμμετείχε ως σύμμαχος των μεν ή των δε: η σύγκρουση έγινε η πλέον μακρύτερη.
Επί 27 χρόνια, ο Πελοποννησιακός Πόλεμος έφθειρε, όσο κανένας άλλος, τις
δυνάμεις του ελληνικού έθνους κατά την αρχαιότητα, ενώ διαίρεσε τους Έλληνες σε
δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Τα 20 πρώτα χρόνια της εκτεταμένης αυτής σύγκρουσης
ανάμεσα στις δύο πόλεις περιγράφει με θαυμαστό τρόπο ο Θουκυδίδης, ο Αθηναίος
ιστορικός που έλαβε και ο ίδιος μέρος ως στρατηγός στις πολεμικές επιχειρήσεις,
ενώ τα τελευταία 7 χρόνια περιγράφει ο Ξενοφών στο έργο του «Ελληνικά».
Το ιστορικό πλαίσιο και οι παραμονές του πολέμου.
Η εσωτερική ησυχία, η οποία επικρατούσε στην Ελλάδα κατά την Πεντηκονταετία
και τον «Χρυσό Αιώνα», έδινε αισιοδοξία στους Έλληνες. Ήταν
γενική η εντύπωση ότι τα πάθη τα οποία χώριζαν τις ελληνικές πόλεις έσβησαν και
ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι δε θα αναστάτωναν πλέον την χώρα. Η εντύπωση αυτή
ενισχύθηκε το 445 π.Χ. όταν Αθηναίοι και Σπαρτιάτες συνυπόγραψαν την
Tριακονταετή Eιρήνη. Στην πραγματικότητα όμως η κατάσταση δεν ήταν καθόλου
ευχάριστη˙ η Σπάρτη, της οποίας το κύρος είχε καταπέσει εξ αιτίας της κακής
διαγωγής του στρατηγού Παυσανία, περιορίστηκε στο κράτος της, αλλά δεν έπαψε να
καιροφυλακτεί. Συγκέντρωνε και οργάνωνε τις δυνάμεις της για να πραγματοποιήσει
στην κατάλληλη στιγμή το παλιό και φιλόδοξο σχέδιό της: να κυριαρχήσει στην
Ελλάδα, αρνούμενη να αναγνωρίσει ως μόνιμη κατάσταση την ηγεμονία της Αθήνας.
Οι προθέσεις της Σπάρτης φάνηκαν όταν εξ αιτίας της ματαιώθηκε το σχέδιο του
Περικλή για πανελλήνιο συνέδριο με σκοπό την ένωση όλων των Ελλήνων υπό την
ηγεμονία της Αθήνας. Αλλά και η αυθαίρετη διαγωγή των Αθηναίων προς τους
συμμάχους συντέλεσε ώστε να γεννηθούν μίση και να φουντώσουν τα παλιά πάθη σε
μεγάλο βαθμό. Την ευκαιρία αυτή επωφελήθηκαν οι Σπαρτιάτες και παρουσιάστηκαν
ως προστάτες των καταπιεσμένων. Υπό τέτοιες συνθήκες ήταν αδύνατο να διατηρηθεί
η ειρήνη. Μια ασήμαντη αφορμή χρειαζόταν για να ανάψει την καταστρεπτική φλόγα
του πολέμου. Και αυτό δεν άργησε να συμβεί…
Τα αίτια και οι αφορμές του πολέμου.
«τὴν μὲν γὰρ ἀληθεστάτην πρόφασιν, ἀφανεστάτην δὲ λόγῳ, τοὺς Ἀθηναίους
ἡγοῦμαι μεγάλους γιγνομένους καὶ φόβον παρέχοντας τοῖς Λακεδαιμονίοις ἀναγκάσαι
ἐς τὸ πολεμεῖν».
–Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 1.23.6.
Ο Θουκυδίδης, η πιο έγκυρη πηγή σχετικά με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, είναι
σαφής˙ η πραγματική αιτία του πολέμου ήταν ο φόβος της Σπάρτης για την αύξηση
της δύναμης της Αθήνας μετά τους Περσικούς Πολέμους, ενώ αφορμές αποτέλεσαν
τα «Κερκυραϊκά», τα «Ποτιδαιατικά» και
το περίφημο «Μεγαρικό Ψήφισμα».
→Τα Κερκυραϊκά.
Η αρχαία Επίδαμνος, αποικία των Κερκυραίων στα παράλια της Ιλλυρίας,
μαστιζόταν από την εμφύλια σύγκρουση μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών και
την εχθρότητα των γειτονικών βαρβάρων και έτσι ζήτησε τη βοήθεια της Κορίνθου.
Οι Κορίνθιοι άδραξαν την ευκαιρία να αναλάβουν πρωτοβουλίες στην περιοχή αυτή
και ανταποκρίθηκαν αμέσως στο αίτημα, αποστέλλοντας βοήθεια. Ωστόσο, η
παρέμβαση της Κορίνθου σε μια ζώνη κερκυραϊκής επιρροής προκάλεσε την οργή της
Κέρκυρας, με αποτέλεσμα την επίθεσή της στην Επίδαμνο. Το γεγονός αυτό ανάγκασε
την Κόρινθο να κινηθεί πιο δραστικά, αποστέλλοντας τον στόλο της στην περιοχή.
Στη ναυμαχία που ακολούθησε το 435 π.Χ. οι Κορίνθιοι γνώρισαν την ήττα, ενώ την
ίδια μέρα παραδόθηκε στους Κερκυραίους και η Επίδαμνος, μαζί με την κορινθιακή
φρουρά που την υπεράσπιζε. Ακολούθησαν 2 χρόνια πυρετωδών πολεμικών
προπαρασκευών από την πλευρά της Κορίνθου προκειμένου να πάρει εκδίκηση για την
ταπείνωσή της. Οι προετοιμασίες των Κορίνθιων θορύβησαν τους Κερκυραίους, οι
οποίοι με τη σειρά τους απευθύνθηκαν για βοήθεια στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι
μολονότι γνώριζαν, ότι, με το να βοηθήσουν τους Κερκυραίους, παραβίαζαν την
Τριακονταετή Ειρήνη, συνέπηξαν μαζί τους μια επιμαχία (αμυντική
συμμαχία) και δεν έχασαν την ευκαιρία να κάνουν σύμμαχο την Κέρκυρα, ένα νησί
με αξιόλογη ναυτική δύναμη και εξαιρετική γεωγραφική θέση. Εν τέλει, το
καλοκαίρι του 433 π.Χ. οι στόλοι Κορίνθιων και Κερκυραίων συγκρούστηκαν στα
Σύβοτα, με τη συμμετοχή μιας μικρής Αθηναϊκής μοίρας 10 τριήρεων. Οι Κορίνθιοι
κέρδισαν τη ναυμαχία, ωστόσο η επίκαιρη άφιξη 20 αθηναϊκών τριήρεων εμπόδισε
την ολοκληρωτική νίκη τους.
→Τα Ποτιδαιατικά.
Οι τεταμένες σχέσεις Αθηναίων και Κορίνθιων επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο
εξ αιτίας της Ποτίδαιας. Η Ποτίδαια ήταν μέλος της αθηναϊκής ηγεμονίας,
παράλληλα όμως, ως παλιά κορινθιακή αποικία, δεχόταν τους ετήσιους άρχοντές της
από την Κόρινθο. Τον χειμώνα του 433/2 π.Χ. οι Αθηναίοι διέταξαν τους
Ποτιδαιάτες να σταματήσουν να δέχονται πλέον τους Κορίνθιους άρχοντες και να
γκρεμίσουν το νότιο τείχος της πόλης που έβλεπε προς το εσωτερικό της
χερσονήσου, φοβούμενοι προφανώς αποστασία της πόλης λόγω της έντονης
κορινθιακής επιρροής. Η ασφυκτική παρουσία της Αθήνας ζημίωσε εμπορικά τόσο την
Ποτίδαια και την Κόρινθο, όσο και τον βασιλιά Περδίκκα της Μακεδονίας, οι
οποίοι αποφάσισαν να αντιδράσουν˙ η Ποτίδαια ζήτησε τη βοήθεια της μητρόπολης
της Κορίνθου και της Σπάρτης, έχοντας παράλληλα τη στήριξη του Μακεδόνα
βασιλιά, με τον οποίο οι Αθηναίοι βρίσκονταν ήδη σε ανοιχτό πόλεμο. Κατά
παράβαση των Τριακονταετών Σπονδών, που απαγόρευαν ρητά την υπόθαλψη αποστασιών
στους δύο συνασπισμούς, οι Σπαρτιάτες υποσχέθηκαν να εισβάλλουν στην Αττική σε
περίπτωση αθηναϊκής επίθεσης, ενώ η Κόρινθος ετοιμάστηκε να αποστείλει ένα σώμα
εθελοντών υπό τον Αριστέα για να ενισχύσει την άμυνα της πόλης. Η Ποτίδαια τότε
σχημάτισε ένα Κοινό (συμπολιτεία) με τις πόλεις της
Χαλκιδικής, συμμάχησε με τους Βοττιαίους και αποστάτησε από
την Αθηναϊκή Συμμαχία.
→Το Μεγαρικό Ψήφισμα.
Το 446 π.Χ. τα Μέγαρα είχαν εγκαταλείψει την Αθηναϊκή Συμμαχία, της οποίας
ήταν μέλη, προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο την οργή των Αθηναίων, οι οποίοι
έψαχναν αφορμή για να τους πλήξουν. Η αφορμή αυτή δόθηκε όταν τα Μέγαρα
υποστήριξαν ανοιχτά τους Κορίνθιους στην Ποτίδαια. Με αρχηγό τον Περικλή, οι
Αθηναίοι πέρασαν ψήφισμα από την Εκκλησία του Δήμου, σύμφωνα με το οποίο
απαγορευόταν η προσέγγιση των πλοίων των Μεγάρεων στα λιμάνια των πόλεων που
ήταν μέλη της Αθηναϊκής Συμμαχίας, καθώς και η πώληση σε αυτά των εμπορευμάτων
τους (432/1 π.Χ.). Η διένεξη οξύνθηκε όταν οι Κορίνθιοι και οι λοιποί σύμμαχοι
στράφηκαν επίσημα προς τη Σπάρτη που ήταν επικεφαλής της Πελοποννησιακής Συμμαχίας.
Σε τόνο τελεσιγράφου, η Κόρινθος απείλησε ότι θα αναζητούσε άλλο σύμμαχο, αν η
Σπάρτη δεν κήρυσσε πόλεμο κατά της Αθήνας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι Σπαρτιάτες
να κηρύξουν τον πόλεμο, με τη δικαιολογία ότι οι Αθηναίοι είχαν παραβιάσει την
Ειρήνη. Το ίδιο αποφάσισαν και οι άλλοι Πελοποννήσιοι σύμμαχοι.
Το συνέδριο στη Σπάρτη και η απόφαση για τον πόλεμο.
Με αφορμή την ανησυχία της
Κορίνθου, η Σπάρτη κάλεσε στο συνέδριο όσους είχαν παράπονα από τη συμπεριφορά
των Αθηναίων, προκειμένου να τα εκθέσουν. Αφού άκουσαν τόσο τους Μεγαρείς, όσο
και τους Κορίνθιους και τους Αιγινήτες, τους ζήτησαν να αποσυρθούν προκειμένου
να συσκεφθούν και να αποφασίσουν. Τον λόγο τότε έλαβε ο ένας από τους
Σπαρτιάτες βασιλείς, ο φιλειρηνικός Αρχίδαμος, ο οποίος εκπροσωπούσε την
πολιτική μερίδα που επεδίωκε την συνύπαρξη της Σπάρτης με την Αθήνα, ή
τουλάχιστον τη διεξαγωγή πολέμου με αυτήν, έπειτα από την αρμόζουσα
προετοιμασία. Επισημαίνοντας τη διαφορετική πηγή δύναμης της Αθήνας από αυτή
της Σπάρτης, υποστήριζε ότι όφειλαν να διατηρήσουν τον σεβασμό προς τις
Τριακονταετείς Σπονδές και να μην κηρύξουν πόλεμο. Η πρότασή του όμως δεν
εισακούστηκε.
Στη συνέχεια, εκπροσωπώντας
τη φιλοπόλεμη μερίδα, τον λόγο έλαβε ο Σπαρτιάτης έφορος Σθενελαΐδας, ο οποίος
έχοντας εμπιστοσύνη στις ικανότητες του στρατού της Πελοποννησιακής Συμμαχίας,
εκφώνησε έναν σύντομο αλλά γεμάτο ένταση λόγο. Προκειμένου να εξασφαλίσει τη
συντριπτική πλειοψηφία για την κήρυξη του πολέμου, χρησιμοποίησε ένα τέχνασμα˙
προφασιζόμενος ότι δεν μπορεί να διακρίνει ποια βοή είναι η μεγαλύτερη, επέβαλε
τη φανερή ψηφοφορία ζητώντας να χωριστούν τα μέλη της εκκλησίας σε δύο ομάδες.
Η ομάδα που θεωρούσε ότι οι Αθηναίοι είχαν καταπατήσει τις Σπονδές ήταν η
μεγαλύτερη. Από τη στιγμή εκείνη έπαψε να υπάρχει ειρήνη στην Ελλάδα και το
καλοκαίρι του 432 π.Χ. η Σπάρτη αποφάσισε τον πόλεμο. Σε μια τελευταία προσπάθεια
αποφυγής του πολέμου, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αρχίδαμος, φίλος από φιλοξενία του
Περικλή, έστειλε στην Αθήνα έναν από τα μέλη της προηγούμενης πρεσβείας με
σκοπό κάποια ύστατη υποχώρηση. Οι Αθηναίοι όμως, δεν τον άφησαν ούτε στην πόλη
να εισέλθει και απαίτησαν να βρίσκεται αυθημερόν εκτός των συνόρων της
Αττικής. Τους Αθηναίους που τον συνόδευαν, αποχαιρέτισε με τη φράση:
«ἥδε ἡ ἡμέρα τοῖς
Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει».
Ο καταστρεπτικός εμφύλιος
πόλεμος είχε αρχίσει…
«[…]Μετά τα λίγα αυτά
λόγια, ο Αρχίδαμος διάλυσε την συνάθροιση και, πριν από οτιδήποτε άλλο, έστειλε
στην Αθήνα τον Σπαρτιάτη Μελήσιππο του Διακρίτου για να μάθει μήπως οι
Αθηναίοι, βλέποντας τον εχθρό να βρίσκεται κιόλας κοντά, θα ήσαν περισσότερο
ενδοτικοί. Οι Αθηναίοι, όμως, δεν τον άφησαν να μπει στην πόλη ούτε φυσικά να
παρουσιαστεί στην Εκκλησία του Λαού και τούτο επειδή, προηγουμένως, είχε
ψηφιστεί πρόταση του Περικλή, να μην γίνει δεκτός κανένας κήρυκας ή πρεσβεία
των Λακεδαιμονίων από την στιγμή που θα είχαν αρχίσει αυτοί την εκστρατεία.
Έδιωξαν, λοιπόν, τον Μελήσσιππο χωρίς να τον ακούσουν και τον διάταξαν να βγει,
αυθημερόν, από τα σύνορα της Αττικής. Πρόσθεσαν ότι από τότε κι ύστερα θα
μπορούν οι Λακεδαιμόνιοι, αν θέλουν, να στέλνουν πρέσβεις μόνο αν αποσυρθούν
στο έδαφός τους. Έστειλαν και φρουρούς με τον Μελήσιππο, ώστε να μην
επικοινωνήσει με κανέναν. Όταν έφτασε στα σύνορα κι έπρεπε να χωριστεί απ᾽ τους
συνοδούς, πριν ξεκινήσει, γύρισε και είπε τα λίγα αυτά λόγια: «Η μέρα η
σημερινή είναι αρχή μεγάλων κακών για τους Έλληνες».
– Θουκυδίδου
Ἱστορίαι, 2.12
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Θουκυδίδου Ἱστορίαι
Ιωάννης Σ. Τουλουμάκος,
Ιστορία των Αρχαίων Ελλήνων
François Lefèvre, Ιστορία
του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου
Umberto Eco, Αρχαία
Ελλάδα
Εφημ. Ελευθεροτυπία,
Ιστορικά-Πελοποννησιακός Πόλεμος
23 Αυγούστου 2019 at 22:04
Κράτα το